Εξελλην. επ. | Μπάιον - Τεκ |
---|---|
Ίδρυση | 2008 |
Έδρα | Μάιντς, Γερμανία |
Σημαντικά πρόσωπα | Ουγούρ Σαχίν |
Προϊόντα | φάρμακο, εμβόλιο, Εμβόλιο COVID-19 και Εμβόλιο covid19 των Pfizer-BioNTech |
Υπάλληλοι | 1.300 (31 Δεκεμβρίου 2019) |
Ιστότοπος | https://biontech.de/ |
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η BioNTech (ΜπάιοΝ - Τεκ), συντομογραφία του Βιοφαρμακευτικές Νέες Τεχνολογίες, είναι μία Γερμανική βιοτεχνολογική εταιρεία με έδρα το Μάιντς, η οποία αναπτύσσει και κατασκευάζει ενεργές ανοσοθεραπείες, παραμετροποιημένες για τον εκάστοτε ασθενή. Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2008 και απασχολεί περισσότερους από 1300 εργαζόμενους. Διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας είναι ο Δρ. Ουγούρ Σαχίν, ο οποίος αποτελεί ένα από τα ιδρυτικά της μέλη. Ο κύριος τομέας που επικεντρώνεται είναι η ογκολογία και η ανάπτυξη τεχνολογιών για σπάνιες και μολυσματικές ασθένειες.[1] Η BioNTech συνεργάζεται με εταιρείες και οργανισμούς όπως οι Genentech, Eli Lilly, Sanofi, Genmab, Bayern, Pfizer, Genevant, Siemens, Tron, Ci3, τοι Γερμανικό Ινστιτούτο Έρευνας για Λοιμώξεις, το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και το Ινστιτούτο Πάρκερ.[2]
Η εταιρεία δραστηριοποιείται στην ανακάλυψη θεραπειών που βασίζονται στο Αγγελιοφόρο RNA για ασθένειες όπως ο καρκίνος, μολυσματικών ασθενειών, αντικατάστασης πρωτεϊνών για σπάνιες ασθένειες, σχεδιασμένη κυτταρική θεραπεία, αντισωμάτων και ανοσορυθμιστές μικρών μορίων ως επιλογές θεραπείας για τον καρκίνο.[3] Αυτή την στιγμή αναπτύσσει 28 πιθανές θεραπείες, από τις οποίες, 13 βρίσκονται σε στάδια κλινικών δοκιμών[4], με περισσότερους από 440 ασθενείς εθελοντές σε 17 διαφορετικούς τύπους όγκων.[1]
Η BioNTech έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό, χάρις στο εμβόλιο που ανέπτυξε σε συνεργασία με την Pfizer, ενάντια στην ασθένεια COVID-19, που προκαλούσε ο κορονοϊός SARS-CoV-2 και ήταν υπεύθυνος για την πανδημία που ξεκίνησε στα τέλη του 2019. Το εμβόλιο με εμπορική ονομασία Comirnaty ήταν το πρώτο εμβόλιο που αδειοδοτήθηκε από αυστηρές ρυθμιστικές αρχές για χρήση στο ευρύ κοινό. Μερικές από τις πρώτες αδειοδοτήσεις ήταν από το Ηνωμένο Βασίλειο[5], τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής[6], την Ευρωπαϊκή Ένωση[7] και τον Καναδά[8].